Ένα από τα μεγαλύτερα σφάλματα που κάνει ο άνθρωπος είναι να κρίνει τα πάντα σύμφωνα με τα κριτήρια της εποχής του.
Στη μελέτη της Ιστορίας η τάση αυτή έχει και όνομα. Λέγεται «παροντισμός» (presentism). Διαπράττουμε διαρκώς το σφάλμα να κρίνουμε το παρελθόν με τα κριτήρια του (εκάστοτε) παρόντος. Κι όχι μόνο στην ιστορική μελέτη. Διαπράττουμε το σφάλμα να προσμένουμε και ένα μέλλον-προέκταση του παρόντος –κάτι που είναι η άλλη μεριά του νομίσματος.
Αλήθεια, πώς θα κρίνουν το (δικό μας) παρόν οι άνθρωποι του μέλλοντος (του δικού τους παρόντος);
Στις αρχές της δεκαετίας του 1960 η χώρα μας άρχιζε να υποδέχεται κύματα τουριστών που ανακάλυπταν έναν (ακόμα) αμόλυντο και (ακόμα) φθηνό προορισμό. Μαζί με τους τουρίστες όμως ήρθαν και άλλα πράγματα. Κάποια καινά δαιμόνια ας πούμε…
Διαβάζουμε στην Αθηναϊκή (27.11.1961): «Πολλά τα παράξενα μας έρχονται με τα καραβάνια των περιηγητών που φθάνουν εις Αθήνας. Υπό την σκιάν της Ακροπόλεως εμφανίζονται τα πιο παράξενα συμπλέγματα, οι πιο ασύλληπτες συντροφιές τουριστών. Ποιος αίφνης θα μπορούσε να φαντασθή αυτό το σύμπλεγμα; Εκείνος μαύρος από τας Βερμούδας, ενώ η σύζυγός του λευκή από την Αγγλίαν. Τα τρία τους παιδιά ακολούθησαν μοιραία εκείνην την φυλήν και βγήκαν μαύρα εις τον κόσμον. Την συντροφιά ποικίλλει και η παρουσία μιας οικογενειακής φίλης… Αμερικανίδος! Τι περίεργα, αλήθεια, πράγματα ελκύει με την γοητεία του ο Παρθενών και ο λαμπρός ήλιος της Αττικής!!»
Η δεκαετία του 1960 υπήρξε πλούσια σε κοινωνικές (και όχι μόνο ζυμώσεις). Τα «χρηστά ήθη» μιας Ελλάδας ταλαιπωρημένης από πολέμους και αναταραχές δεκαετιών τελούσαν υπό απηνή πολιορκία. Ο βαθύς συντηρητισμός του Έλληνα δεχόταν τα πρώτα ισχυρά πλήγματα από την πολύμορφη τουριστική μάζα και το κατεστημένο έκρουε τον κώδωνα του κινδύνου. Χαρακτηριστικό το απόσπασμα από άρθρο του Παύλου Κριναίου στη Βραδυνή της 10.6.1965.
«Δεκάδες επιστολαί από όλα σχεδόν τα σημεία της χώρας προς τας αστυνομικάς αρχάς και τον Οργανισμόν Τουρισμού καταγγέλλουν και αναφέρουν εκδηλώσεις παρανομίας, κακής διαγωγής, εξοργιστικής συμπεριφοράς, ελαφράς συνειδήσεως, χαλαρής ηθικής κλπ εκ μέρους αλητοπαίδων τουριστών οι οποίοι περιπλανώνται… ρακένδυτοι, πεινασμένοι, ακάθαρτοι. Οι γενειοφόροι κατά το πλείστον νεαροί τουρίστες και οι κοπέλλες με το κοντό σλιπ και την ελαφροτάτην αποκαλυπτικήν περιβολήν κοιμούνται όπου λάχει… τρέφονται όπως τα πετεινά του ουρανού… πλέκουν τα ερωτικά των ειδύλλια με χαρακτηριστικήν περιφρόνησιν προς τη στοιχειώδη σεμνοτυφία κλπ».
Οι «ρακένδυτοι», «ακάθαρτοι» και «χαλαράς ηθικής» νέοι, που άκουγαν στο παράξενο όνομα «χίππις» αποβιβάζονταν μαζικά παρά τις μεγαλόστομες διακηρύξεις των τουριστικών αρχών για «αυστηρόν έλεγχον». Μπροστά στην εισβολή αυτή «προοδευτικοί» και «συντηρητικοί» συνασπίζονταν σε κοινό μέτωπο. Η «προοδευτική» Αθηναϊκή παρουσίαζε στις 15.7.1965 τη φωτογραφία ενός «αξιοθρήνητου ζευγαριού» που κυκλοφορούσε (άκουσον-άκουσον!) ξυπόλητο και τολμούσε να φορέσει πουλόβερ ντάλα καλοκαίρι (προσβάλλοντας ασφαλώς τα χρηστά ήθη)
Την ίδια περίοδο φωτογραφίες «αγριανθρώπων» έκαναν τακτικά την εμφάνισή τους στις εφημερίδες ως δείγματα εξωτικών θηρίων εξ Εσπερίας.
«Δεν πρόκειται περί αγριανθρώπων ούτε περί ασκητών των πρώτων χριστιανικών χρόνων οι οποίοι εγκατέλειψαν τα σπήλαιά των. Απλούστατα είναι δυο Ιταλοί… τουρίσται… οι οποίοι ήλθαν με αυτή την ‘ευπρεπή’ εμφάνισιν εις την Ελλάδα» (Απογευματινή 20.8.1965)
Λογικό ήταν λοιπόν να πληθαίνουν οι φωνές που ζητούσαν «την παρέμβαση της πολιτείας» (την αγαπημένη καραμέλα του Έλληνα), την παρέμβαση του κράτους-πατερούλη που όφειλε να βάλει μια τάξη.
«Όπου να’ναι θα μας ξανάρθουν», έγραφε ο Γ.Κ. Φαλτάιτς στην Αθηναϊκή (24.1.1966) «Και θα μας φέρουν από την πατρίδα τους την αμφίεσί τους την τόσο αντικοινωνική, την τόσο πολυποίκιλη, την τόσο αποκρουστική. Και άλλο τίποτε. Ίσως μόνο τους χαιρετισμούς των ανήλιαγων χωρών τους και λίγη απλυσιά. Ή μάλλον πολλή απλυσιά… Ποιος τάχα δεν ανατρίχιασε από αηδία ή τουλάχιστον δεν αγανάκτησε στη θέα κάποιου κουρελή με μεσαιωνική φυσιογνωμία;… Κι ακόμα ποιος δεν σκέφτηκε ότι η πολιτεία θα έπρεπε να βάλη φραγμό στην τουριστική αυτή ασυδοσία». Και ο καλός δημοσιογράφος τόνιζε ότι «το μεγαλύτερο πρόβλημα που δημιουργούν οι τουρίστες μας είναι ο έρωτας. Πολλοί από τους άνδρες είναι ανώμαλοι οι οποίοι ζητούν συντροφιά στους μεσογειακούς τύπους… Γιατί τουρισμός θα πη πρόοδος και όχι επάνοδος στη ζωή της ζούγκλας»
Στην Απογευματινή της 22.12.1966 ο βουλευτής και πρώην υπουργός Δημήτριος Βρανόπουλος (γνωστός μας και από το παλιότερο άρθρο για τα «χρηστά ήθη»), αυτόκλητος και σθεναρός ταγός της «τάξεως και ηθικής» (αλά Αυλωνίτη) προτείνει μέτρα «δι εξάλειψιν του ‘αλητοτουρισμού’
«Καραβάνια ολόκληρα βρωμερών και αδεκάρων ‘ωργισμένων νέων’ οι οποίοι αυτοαποκαλούνται ούτω δια να καλύψουν την αλήτικήν των επίδοσιν κατακλύζουν με ένα σακκίδιον ως αποσκευήν την χώραν μας από του ενός εις το άλλον άκρον. Ανήκουν και εις τα τρία φύλα του ανθρωπίνου γένους, αφού δυστυχώς το τρίτον επολιτογραφήθη και αυτό εις την διάκρισιν του γένους των ανθρώπων εις την πολιτισμένην μας εποχήν. Αποτέλεσμα της επιδρομής: μαστιζομένοι υπό πείνης πραγματοποιούν εις την ύπαιθρον επιδρομάς εις αφύλακτα μποστάνια, αμπελώνας, ελαιώνας, καλλιεργείας οπωροφόρων και όπου ενσκήψουν αφανίζουν την με τόσον μόχθον του αγρότου μας μη συγκομισθείσαν παραγωγήν. Εις τας πόλεις επαιτούν συνοδεία κιθαρών, εις τα πάρκα ασχημονούν θρασύτατα μεταξύ των, κοιμώνται εις το ύπαιθρον και δυστυχώς και εις παγκάκια της πλατείας Συντάγματος, εις την καρδίαν της πρωτευούσης. Εν ενί λόγω αποτελούν πλέον δημόσιον κίνδυνον και δεν αποκλείεται μετ’ ου πολύ να αντιμετωπίσωμεν και σαφείς και εγκληματικάς ενεργείας εκ μέρους των…»
Λίγους μήνες μετά η έλευση της «Εθνοσωτηρίου» έβαλε στο γύψο μια ολόκληρη κοινωνία –πλην όμως οι «ρυπαροί αλήτες» δεν σταμάτησαν να έρχονται. Καλή η ηθική, καλύτερο όμως το τουριστικό συνάλλαγμα. Στο εξωτερικό το κίνημα των χίπις γιγαντώνεται. Μάλλον επειδή οι Κουτόφραγκοι και τα Αμερικανάκια δεν γνωρίζουν τη λύση που προτείνει το Έθνος (6.7.1967).
«Άλλοτε σε παλαιότερες εποχές αποκαλείτο τεμπελιά, φυγοπονία και εθεραπεύετο αποτελεσματικότατα με ‘βρεγμένη σανίδα’ ή τουλάχιστον με το ευλογημένο εκείνο ΄ξύλο που βγήκε από τον Παράδεισο’ και μετέβαλε τους αποδέκτας εις αγγέλους… Η κίνησις των ‘Χίππις’ άρχισε σαν μια φαιδρή υπόθεσις… Ήδη όμως.., απασχολεί σοβαρά τις Αρχές».
Πάντως το χρυσό μετάλλιο μικροαστικού συντηρητισμού το απονέμω σε λεζάντα-σχόλιο της Βραδυνής (11.8.1967)
«Η ακούρευτη μαλλαδούρα των εικονιζομένων τουριστών σε σύγκρισι με το κοντό παντελόνι τους δημιουργεί το ερώτημα: Γιατί κόβουν με το ψαλλίδι το παντελόνι τους και όχι τα μαλλιά τους; Δεν ζεσταίνονται με τις μακρυές τους χαίτες κατακαλόκαιρα; Ή μήπως τα… ‘προβλήματά’ τους είναι τέτοια που εμείς οι άλλοι δεν μπορούμε να τα καταλάβουμε;»
Άλλωστε μιλά και η επιστήμη. Οι ιατροδικαστές Δημ. Καψάσκης και Γ. Αγιουτάντης κρούουν τον κώδωνα του κινδύνου «Οι Χίππις και οι ‘φιλοσοφίες’ τους, μοιάζουν με θηρία που απειλούν την νεολαία μας». (Ακρόπολις 5.11.1968) .
Ακόμα μια καταπληκτική λεζάντα βρίσκουμε στην Βραδυνή (21.1.1970)
«Εμφάνισι αλλοπρόσαλη από αυτές που επιδιώκουν να παρουσιάζουν οι μακρυμάλληδες ασυνάρτητοι νεαροί. Η κιθάρα άλλοτε.. μουσικό όργανο είναι στα χέρια του όπλο προσβολής της ακοής και της νοημοσύνης. Κίνημα διεθνιστικό-φιλειρηνιστικό, πνιγμένο σε αρλουμποειδείς θεωρίες, μαριχουάνα, ‘ελ-ες’ντι’ και χαύνωσι μας έφερε έναν ακόμη θλιβερό εκπρόσωπό του»
Και τα χρόνια πέρασαν, και οι χίπηδες αποτελούν πλέον γραφικά ikons των 1960s. Πολλά άλλαξαν –και αλλάζουν, και θα αλλάξουν ακόμα περισσότερα. Σήμερα οι επικρίσεις και η ηθική αγανάκτηση μιας κοινωνίας που φαντάζει σήμερα απίστευτα μακρινή, δεν είναι παρά γραφικότητες.
Ή έτσι είναι αν έτσι νομίζουμε.
Αλήθεια, τι μπορεί να θεωρηθεί «πράξη ενάντια στο κατεστημένο» σήμερα; Σε μια εποχή που κοτζάμ Αρχιεπίσκοπος αποδεχόταν τα σκουλαρίκια στους (άρρενες) νέους, πόσο «επαναστατικό» μπορεί να είναι όχι ένα σκουλαρίκι στο αυτί, αλλά ακόμα κι ένας χαλκάς στη μύτη; Η έλλειψη σταθερών και ακλόνητων σημείων αναφοράς είναι έκδηλη σήμερα.
Μήπως τελικά αυτό είναι και το μεγαλύτερο πρόβλημα για τους επίδοξους σημερινούς «επαναστάτες;»
Αλλά μήπως τελικά δεν κάνουμε (κάνω) το μεγαλύτερο σφάλμα κρίνοντας το παρελθόν με τα κριτήρια του παρόντος; Κάτι λέγαμε για τον «παροντισμό» στην αρχή του άρθρου…
Αφήστε που ο «παροντισμός» είναι τόσο συγγενής με την Διεύρυνση του Ορίζοντα Συμβάντων όσο τα πορτοκάλια με τα αυτοκίνητα.